Αυτοπαρουσίαση

Η επιβίωση ή μια ζωή στην ταλαιπωρία 

Βρισκόμαστε στο 2024, εν μέσω κρίσεων και ρευστής κατάστασης σε κάθε επίπεδο. Έχουν περάσει περισσότερα από 100 χρόνια που ενώ φαινότανε ότι οι εργατικοί και κοινωνικοί αγώνες για το 8ωρο, την εξάλειψη της ανισότητας, την εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών εργασίας, τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου έγερναν την πλάστιγγα υπέρ των εργατών, οι συγκεκριμένες κατακτήσεις σήμερα χάνονται. Η εντατικοποίηση στη δουλειά γίνεται κανόνας, το 8ωρο είναι πια 10ωρο ή και 16ωρο, η ασφάλιση δεν είναι για όλους ή είναι μερική, οι μισθοί για τους περισσότερους έχουν  τη μορφή χαρτζιλικιού καθώς φτάνουν μόνο για τις πρώτες βδομάδες του μήνα. Οι γυναίκες βγήκαμε από το σπίτι, όχι για να απελευθερωθούμε, αλλά για να προσθέσουμε έναν ακόμη χαλκά στο ζυγό της οικιακής εργασίας. Όσο για την υποσχόμενη σύνταξη, καταβάλλεται στα βαθιά γηρατειά, αν έχουμε την τύχη και επιβιώσουμε μέχρι την ηλικία των 67 και πληρούμε όλα τα άπιαστα κριτήρια που έχουν θεσπίσει.O έμμεσος μισθός από την άλλη, οι δαπάνες δηλαδή του κράτους για περίθαλψη, εκπαίδευση, προνοιακά επιδόματα κ.ο.κ., συρρικνώνεται και υποβαθμίζεται.

Συγχρόνως, η ακρίβεια  (εκτός από τις εφιαλτικά ψηλές τιμές, προσθέστε το ΦΠΑ και άλλους έμμεσους φόρους) και το κόστος επιβίωσης καθημερινά αυξάνονται για να μας υπενθυμίζουν ότι η κοινωνία της αφθονίας δεν μας αφορά, ότι δεν θα τα καταφέρουμε ούτε κι αυτό το μήνα να ξεπληρώσουμε τις δόσεις του δανείου για το διαμέρισμα που αγοράσαμε ή, ακόμη χειρότερα, ότι πρέπει να διαλέξουμε ανάμεσα στους λογαριασμούς που έχουμε να πληρώσουμε. Εν τω μεταξύ ο πλούτος υφαρπάζεται και συσσωρεύεται από λίγα χέρια. Τα κέρδη τους είναι ασύλληπτα και είναι ο λόγος της δικής μας φτώχειας. Είναι η αιτία της εξαθλίωσης εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλη τη γη που μένουν άνεργοι γιατί δουλειές δεν υπάρχουν για όλους , καταλήγουν άστεγοι, μεταναστεύουν ξεριζωμένοι από τον τόπο τους, για να κριθούν μετά παράνομοι και λαθραίοι, να υπομένουν για μήνες  τον εγκλεισμό  σε κέντρα κράτησης, ώστε μετά να τους ξεζουμίζουν αδιαμαρτύρητα στη γεωργική παραγωγή σε κάθε Μανωλάδα της Ευρώπης.

Άλλα μας είχαν υποσχεθεί: πως η ανάπτυξη θα μειώσει την κοινωνική αδικία, πως θα απολαμβάνουμε περισσότερο ελεύθερο χρόνο αφού οι μηχανές και η έξυπνη τεχνολογία θα αναλάβουν την παραγωγή προϊόντων και τις κοπιώδεις εργασίες. Μας είχαν υποσχεθεί πως οι επιστήμες θα λύνουν τα προβλήματα το ένα μετά το άλλο, μας είχαν υποσχεθεί μια καλύτερη ζωή ή μήπως όχι; Όντως η παραγωγικότητα είναι ιστορικά στο υψηλότερο της σημείο, οι επιστήμες «προοδεύουν», η τεχνολογία έχει κάνει τεράστια άλματα. Τα μέσα που διαθέτει ο καπιταλισμός  είναι πρωτόγνωρα, όπως πρωτόγνωρα είναι και η αύξηση των ανισοτήτων, του κρετινισμού και της βαρβαρότητας, με όποια σημασία μπορούν να πάρουν αυτές οι λέξεις. Είναι βαρβαρότητα να περιμένεις στην ουρά του συσσιτίου για μια μερίδα φαγητού. Είναι κρετινισμός να σου αναγγέλλει η προπαγάνδα τους ότι  έχoυν επιτευχθεί οι  στόχοι της ανάπτυξης. Είναι ακραίος παραλογισμός ότι για το δυστύχημα στα Τέμπη την ευθύνη φέρει ο σταθμάρχης. Είναι εξαχρείωση να παρακολουθούμε από τα έξυπνα κινητά μας την τρελή ζωή των διασημοτήτων και των πάμπλουτων, τη στιγμή που μας έχουν κόψει το ρεύμα και ζούμε με τα αποφάγια των αφεντικών. Είναι απάνθρωπο κάθε φορά που διαμαρτυρόμαστε ενάντια στην αδικία να βρίσκουμε  μπροστά μας τη συκοφαντία και την καταστολή της κρατικής εξουσίας.


Εντατικοποίηση, προσαρμογή, αποξένωση, απομόνωση

Η πραγματικότητα μας καλεί να προσαρμοστούμε σε εντατικοποιημένη εργασία που σε ορισμένες περιπτώσεις γίνεται κάτεργο. Πουλάμε φτηνά την εργασιακή μας δύναμη, τις σωματικές και νοητικές μας δυνάμεις και δεξιότητες στην αγορά εργασίας, μια αγορά με βίαιο ανταγωνισμό, ώστε να μην πεταχτούμε στην ανεργία. Όχι μόνο μετατραπήκαμε σε εμπορεύματα έτοιμα να τα γδάρει το κάθε αφεντικό, αλλά υποχρεωνόμαστε να επανεκπαιδευόμαστε δια βίου για να αποδεικνύουμε ότι έχουμε τα απαραίτητα προσόντα, πιστοποιημένα  και αναβαθμισμένα για την παραγωγή. Το βιογραφικό μας και το προφίλ μας στο instagram «να είναι καλά», ακόμη κι αν η κατάρρευση επίκειται στο επόμενο βήμα μας.

Το υποκείμενο των καιρών μας, ανασφαλές, φοβισμένο και  αποξενωμένο (όχι μόνο μέσω της εργασίας) από τον εαυτό του και από τους γύρω του, δεν μπορεί να χτίσει ανθρώπινες σχέσεις αλληλοβοήθειας και μοιράσματος. Ο θρυμματισμένος μας εαυτός αδυνατεί να επινοήσει νοήματα, αδυνατεί να ερωτευτεί και να συνυπάρξει.  Ασφυκτιά μέσα στη μοναχικότητα και το άγχος ακολουθώντας πρότυπα επιτυχίας και κενότητας που υπαγορεύονται στα social media κι εξαντλείται, έτσι, ψυχικά σε πολύ νεαρή ηλικία. Η ενοχή και η αυτοενοχοποίηση για όσα δεν καταφέρνουμε, σχηματίζουν έναν φαύλο κύκλο αυτοκαταστροφής.

Η αίσθηση της κενότητας, το ατέρμονο κυνήγι της επιτυχίας που σχεδόν πάντα ξεγλιστρά από τα χέρια μας, η δυσφορία που νιώθουμε καθημερινά μας ρίχνουν σε διασκεδάσεις που φέρνουν μια πρόσκαιρη ανακούφιση, στη γρήγορη κατανάλωση εμπορευμάτων και σχέσεων, σε αντικαταθλιπτικά χάπια, σε new age παρηγοριές. Τίποτε απ΄ αυτά όμως δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ικανοποίηση και τη χαρά που πηγάζει από  τις αληθινές σχέσεις, βιωμένες σε χρόνο που μας ανήκει.


Εργατική τάξη: εργάτες και εργάτριες στην εποχή της υψηλής παραγωγικότητας

 Γίνεται πολύς λόγος για την εργατική τάξη τις τελευταίες δεκαετίες. « Ποια είναι η εργατική τάξη και έχει συνείδηση του εαυτού της;» Ωστόσο, η κλασική απάντηση ότι στην  εργατική τάξη ανήκει όποιος και όποια για να επιβιώσει εξαρτάται από την εργασία του πουλώντας τις δυνάμεις του, σωματικές και πνευματικές στα αφεντικά, ενώ τίποτε δεν του ανήκει από τα μέσα παραγωγής και εκμετάλλευσης, μας αρκεί ως βάση. Έτσι, δουλεύουμε στην εστίαση ως σερβιτόρες και μάγειρες, είμαστε ντελιβεράδες καβάλα στο μηχανάκι, οικοδόμοι, υπάλληλοι στα εμπορικά, καθαρίστριες, δασκάλες και καθηγητές, νοσηλευτές και υπάλληλοι γραφείου, εργάτες και εργάτριες βάρδιας στη βιομηχανία και σε κάθε είδους εργαστήρια. Κάνουμε δουλειές του ποδαριού όπου και όπως κάτσει, φεύγουμε έντρομοι για σεζόν τα καλοκαίρια, είμαστε προγραμματιστές και κουμπιουτεράκηδες από το σπίτι σε εξ αποστάσεως εργασία, φτύνουμε το χώμα ως εργάτες και εργάτριες γης. Είμαστε μαθητές και φοιτήτριες παιδιά εργατών  που αποκτούμε την εκπαίδευση και ειδίκευση για να καταταγούμε αύριο στην εργασία.  Και όταν χάσουμε την κωλοδουλειά μας, στεκόμαστε αμήχανοι στην ανεργία, ψάχνοντας τα προγράμματα του ΔΥΠΑ, καταρτιζόμαστε εκ νέου μετρώντας τις μέρες που θα μας καλύψει το επίδομα ανεργίας, ρωτάμε τριγύρω για κάποια δουλειά ή κάποιο χαμαλίκι. Είμαστε αναλώσιμοι και αντικαταστάσιμοι στην αγορά εργασίας, ωστόσο είμαστε φτιαγμένοι από σάρκα και οστά και θέλουμε να ζήσουμε.

Παρότι η παραγωγικότητα είναι μεγάλη και βλέπουμε τα αφεντικά μας να πλουτίζουν, εμείς πληρωνόμαστε με 3,60. Μας κλέβουν μεροκάματα, μας τρώνε τα δώρα ή μας τα έχουν κόψει προ πολλού, μας ζητάνε να κάνουμε απλήρωτες υπερωρίες και εργασιακό εθελοντισμό. Αν αρρωστήσουμε μας απειλούν με απόλυση, αν κάνουμε πως τεμπελιάζουμε μας διώχνουν, κι όταν γερνάμε μας πετάνε ως αναλώσιμους. Το μέλλον μας είναι αβέβαιο, το παρόν μας δεν μας ανήκει. Σαν να γεννηθήκαμε μόνο για να δουλεύουμε και ο χρόνος περνά ερήμην μας. Ξημερώνει και βραδιάζει πάντα στον ίδιο το ρυθμό: το ρυθμό της εργασίας. Για όλα τα κακά φταίμε εμείς, ενώ για όποια επιτυχία συμβαίνει στη δουλειά ανταμείβεται το αφεντικό και τα τσιράκια του.

Δεν έχουμε την άνεση του χρόνου για να ζήσουμε με τα παιδιά μας αντί να τα μπουκώνουμε με «δραστηριότητες»,  όπως μας υποδεικνύουν. Χάνουμε τους φίλους μας, γιατί οι λιγοστές ελεύθερες ώρες ξεκούρασης φτάνουν μόνο για να επανακτήσουμε τις δυνάμεις για τη δουλειά. Το σπίτι όπου ζούμε, το χρωστάμε και ίσως βγει σε πλειστηριασμό, το νοίκι στο διαμέρισμα ανεβαίνει κάθε χρόνο, τα τρόφιμα που τρώμε είναι από τις προσφορές στα σούπερ μάρκετ, τα ρούχα που φοράμε τα βρήκαμε σε ευκαιρίες, οι διακοπές μας κρατάνε 2-3 μέρες και η διασκέδασή μας μοιάζει πιο πολύ με αποχαύνωση και λήθη παρά με αναψυχή. Τη μέρα της απεργίας χαιρόμαστε που θα βγούμε στο δρόμο με τους συναδέλφους και τις συναδέλφισσές μας  παρόλο που υπολογίζουμε το μεροκάματο που χάνουμε, ή  μας πιάνει  ανησυχία ότι, αν απεργήσουμε την επόμενη μέρα, θα βρεθούμε απολυμένοι.


Οι αρνήσεις μας

 Η μισθωτή εργασία είναι η σύγχρονη σκλαβιά. Τα αφεντικά, δεξιά ή αριστερά στις ιδέες, ασκούν την τρομοκρατία και τσεπώνουν το χρήμα από τη δική μας εργασία. Μας έχουν ανάγκη, γιατί αποκλειστικά και μόνο από τη δική μας δουλειά παράγονται τα κέρδη τους και αυτό το ξέρουν καλά. Στη μοιρασιά των κερδών όμως δεν είμαστε ποτέ μεταξύ όσων έχουν να παίρνουν, ενώ αντίθετα στις ζημίες είμαστε οι πρώτοι που την πληρώνουμε με περικοπές ή εντατικοποίηση και υπερεργασία. 

 Το ρολόι είναι από τα αντικείμενα που μισούμε και κάθε πρωί το ξυπνητήρι θέλουμε να το σπάσουμε. Τα Σαββατοκύριακα επιβεβαιώνουν ότι θα ξημερώσει η Δευτέρα και πρέπει να είμαστε σε ετοιμότητα στο πόστο μας. Έτοιμοι, σφίγγοντας τα δόντια στις προσβολές των αφεντικών και των προϊσταμένων, υπομονετικοί απέναντι στους πελάτες που «έχουν πάντα δίκιο». Τα σχολιάκια για τα λάθη ή την αποδοτικότητά μας μάς οργίζουν, τα πειράγματα και τα αστειάκια σχετικά με το φύλο ή την εμφάνισή μας,  μάς εξοργίζουν. Δεν εμπιστευόμαστε τους  χαφιέδες και τα τσιράκια που σέρνονται πίσω από τα αφεντικά γλείφοντας και κολακεύοντάς τα. Αρνούμαστε την αξιολόγηση, που έχει σκοπό να μας κάνει πιο πειθαρχημένους, ανταγωνιστικούς και αποδοτικούς. Ο ανταγωνισμός είναι το γήπεδό τους, στο οποίο δεν έχουμε καμιά όρεξη να παίξουμε.

Το σύστημά τους, το καπιταλιστικό σύστημα, με την ατομική ιδιοκτησία και το κέρδος να έχουν την πρωτοκαθεδρία σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα και σε κάθε σχέση, είναι εχθρικό για τις επιθυμίες και τις ανάγκες μας. Οι ανάγκες μας ποτέ δεν θα ικανοποιηθούν μέσα σε αυτό το σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης, οι σχέσεις μας δεν θα βρουν ποτέ γόνιμο έδαφος για να καρπίσουν μέσα στον ανταγωνισμό και το κυνήγι του κέρδους και της επιτυχίας. Όσο για το κράτος, ξέρουμε ότι εξυπηρετεί το συγκεκριμένο σύστημα. Όχι μόνο υπερασπίζεται πάντα με νόμους και καταστολή τα προνόμια των πλούσιων, αλλά βρίσκεται κάθε φορά απέναντί μας όταν θέλουμε να βρούμε το δίκιο μας στη δουλειά ή στην προσωπική μας ζωή. Αμολάει τους μπάτσους και τους δικαστές, ως σκυλιά των αφεντικών, για να επιβάλλουν την τάξη και την πειθαρχία που θα εξασφαλίσει τη συνέχεια της ανισότητας, της εκμετάλλευσης, της βαρβαρότητας. Γι΄ αυτούς  ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό: δηλαδή οι ακραίες ανισότητες, το να πλουτίζουν ελάχιστοι σε βάρος της πλειοψηφίας, το να θεσπίζουν, για παράδειγμα, ως κακούργημα την επανασύνδεση του ρεύματος, το να αφιερώνουμε όλη τη ζωή μας στη μισθωτή σκλαβιά … και τόσα άλλα.

Η τακτική τους να μας διαιρούν και να μας κατηγοριοποιούν μας βρίσκει αντίθετους. Αρνούμαστε τους ψευδείς διαχωρισμούς σε φυλή, χρώμα, έθνος, σεξουαλικές προτιμήσεις, θρησκείες, πολιτισμούς ανώτερους και κατώτερους, και  -πρόσφατα-  σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους. Είναι ο τρόπος τους για να χάνουμε τον προσανατολισμό μας, να γινόμαστε εχθροί μεταξύ μας και να ρίχνουμε την ευθύνη για την κακοδαιμονία μας σε αποδιοπομπαίους τράγους που εκείνοι υποδεικνύουν κάθε φορά. Η ιστορία έχει πολλά τέτοια παραδείγματα και δεν πέφτουμε στην παγίδα τους. Παγίδα που είναι καλά στημένη, και ενισχύεται από τα ΜΜΕ αφού οι ίδιοι που έχουν τα λεφτά και τη δύναμη, κατέχουν και τα μέσα ενημέρωσης εξαπολύοντας τη  χυδαία προπαγάνδα τους για να αποσπούν τη συναίνεσή μας.


Τι κάνουμε, Πώς είμαστε

 Ζούμε κάθε μέρα την επιδείνωση των συνθηκών εργασίας και τη συνολική υποβάθμιση της ζωής μας. Δεν σκοπεύουμε να ζήσουμε σαν δούλοι, ούτε μας αρκούν τα ξεροκόκκαλα. Βαρεθήκαμε τις «ατομικές λύσεις»: είναι ανεπαρκείς και οδηγούν σε περισσότερο άγχος και πρόσκαιρα αποτελέσματα. Βαρεθήκαμε να βιώνουμε την καθημερινή βία και την οργανωμένη κατάθλιψη χωριστά και απομονωμένοι ο ένας από την άλλη, χωρίς υποστήριξη και αλληλεγγύη. Στο δόγμα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική, εμείς επιλέγουμε τον αγώνα. Είμαστε κομμάτι της εργατικής τάξης και δεν παραιτούμαστε, ούτε προσαρμοζόμαστε στις απαιτήσεις των αφεντικών. 

Για όλα τα παραπάνω, αποφασίσαμε να έρθουμε ο ένας κοντά στην άλλη και να ενώσουμε τις δυνάμεις και τις αδυναμίες μας στην Αυτοοργανωμένη Κοινότητα Ταξικής Αλληλεγγύης. Βρισκόμαστε, συζητάμε, συνδιαμορφώνουμε και οργανώνουμε τον αγώνα μας κόντρα σε όσα μας καθηλώνουν και μας στερούν τη ζωή και το χρόνο μας. Δρούμε χωρίς ιεραρχίες και αυτόνομα. Δεν εμπιστευόμαστε τους «ειδικούς» της πολιτικής, τα κόμματα, εκείνους που έρχονται ως μεσσίες να βοηθήσουν δήθεν την τάξη μας. Εμείς δεν επιθυμούμε απλά την καλυτέρευση των όρων εργασίας αλλά, εντέλει, την κατάργηση της μισθωτής σκλαβιάς. Η λογική της πλειοψηφίας δεν μας ταιριάζει, γιατί θέλουμε να σεβόμαστε τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες καθενός και καθεμιάς από μας: η συλλογική ελευθερία και η ατομική είναι φαντάσματα,  ξέχωρα η μια από την άλλη. 

Δρούμε στους χώρους δουλειάς, στο κοινωνικό μας περιβάλλον, στις γειτονιές όπου μένουμε. Δεν είμαστε θεατές παθητικοί σε ό,τι μας συμβαίνει, παρεμβαίνουμε με όποιον τρόπο κρίνουμε πρόσφορο και γειωμένο στην πραγματικότητα σε ό,τι σχετίζεται με τις ανάγκες μας για δουλειά, στέγαση, τροφή, μόρφωση, υγεία, ελευθερία. Δεν περιμένουμε να γίνουμε πολλοί για να αναλάβουμε δράση. Δυστυχώς στην καθημερινότητα τα προβλήματα είναι πολλά πια και έχουμε να τα αντιμετωπίσουμε εδώ και τώρα. Μας εμπνέουν οι ιδέες, μα αποφεύγουμε τις θεωρητικολογίες και την εμμονή στις ιδεολογίες, εξετάζουμε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και βγάζουμε τα συμπεράσματά μας, αφού δράσουμε στο πεδίο, και κάνουμε την αυτοκριτική μας.

Έχουμε, τέλος γνώση των αντιφάσεών μας και των συγκρούσεων που έχουμε να επιλύσουμε με τον εαυτό μας, γιατί η αλήθεια είναι πως γεννηθήκαμε και συγκροτηθήκαμε μέσα στον κόσμο που παλεύουμε να αλλάξουμε. Δεν θέλουμε πολλά- τα θέλουμε όλα για όλους και όλες μας. 


Ένας μικρός επίλογος

Η ισχύς του συστήματος μοιάζει ακλόνητη: τα αφεντικά της πολιτικής και της οικονομίας μας το λένε άλλοτε απροκάλυπτα και άλλοτε συγκαλυμμένα ότι κάθε προσπάθεια αντίστασης και ανατροπής είναι μάταιη και θα τσακίζεται. Η ιστορία όμως που θέλουν να αποκρύψουν άλλα μας αφηγείται. Όπως και η ίδια η πραγματικότητα, που φαίνεται εντελώς αποκαρδιωτική και ξένη προς τις ανάγκες μας, έχει τα ρήγματά της. Από τον πιο μικρό ως την πιο μεγάλη, καθένας και καθεμιά νιώθει στο πετσί του ότι το σύστημα είναι εξουθενωτικό για ανθρώπους και φύση, αδιέξοδο και βαθιά χρεωκοπημένο.

Ωστόσο, από αυτά τα ρήγματα της πραγματικότητας, μικρά και μεγάλα, εμπνεόμαστε και παίρνουμε δύναμη να συνεχίσουμε. Αναφερόμαστε σε «στιγμές» που αποφασίσαμε να γίνουμε κομμάτι ενός αγώνα. Σε στιγμές που η πραγματικότητα μας ζόρισε και τελικά βγήκαμε συμπαραστάτες. Σε στιγμές που δεχτήκαμε βοήθεια. Σε στιγμές που ήρθαμε πραγματικά κοντά με ανθρώπους, χωρίς η σχέση μας να καθορίζεται από την οικονομική μας κατάσταση. Σε όλες αυτές τις στιγμές, η αλληλεγγύη ήταν βασικό συστατικό. Έτσι, κι εμείς, με παραδείγματα από την πραγματικότητα αντιλαμβανόμαστε ότι η αλληλεγγύη είναι το μέσο μας για να επιβιώσουμε και, παράλληλα, μια εικόνα από το μέλλον, για το πώς θα θέλαμε να χτίζουμε τις σχέσεις μας έξω από αυτό το εκμεταλλευτικό σύστημα. Η αλληλεγγύη σαν ένας τρόπος να αλληλεπιδράσουμε είναι το ανάχωμά μας ενάντια στους ισχυρούς, για να μην είναι η ζωή μόνο ταλαιπωρία. Γκρεμίζει τα σύνορα, το φύλα, τις ηλικίες. Κάθε είδους διαχωρισμούς. Σπάει την απομόνωση. Βάζει στο περιθώριο τους μεσάζοντες. Φέρνει στο προσκήνιο τις ανάγκες μας. Κάνει το φόβο να αλλάξει στρατόπεδο.

Τα κραυγαλέα κέρδη τους και η πολυτελής ζωή τους καθρεφτίζουν στην αρνητική όψη τη φτώχεια και τη μίζερη ρουτίνα μας. Η προοπτική να ζούμε με χάπια και ποτά για να αντέχουμε τη σύγχρονη κακουχία και τα άγχη μας, δεν είναι επιλογή μας. Θέλουμε να ξεδιψάσουμε μέσα σε συντροφικές σχέσεις, θέλουμε να στηριχτούμε στην αλληλεγγύη της τάξης μας, το σθένος μας είναι η ένωση και η συνύπαρξή μας. Κι αν τώρα είμαστε λίγοι, ξέρουμε πως εκατομμύρια νιώθουν όπως κι εμείς και σκέφτονται παρόμοια.

Δεν είμαστε λίγοι, δεν είμαστε λίγες. Αντί να προσθέτουμε εμπόδια σε αυτά που ήδη μας έχουν στήσει, ας προσπαθήσουμε να σηκώσουμε το βάρος μας και να σταθούμε στα πόδια μας. Από τις ανάγκες μας μέχρι τα όνειρά μας είναι πολύς ο δρόμος μα θα τον περπατήσουμε.


Αυτοοργανωμένη Κοινότητα Ταξικής Αλληλεγγύης Α.Κ.Τ.Α.

Επικoινωνία: akta@riseup.net